Οι εκδόσεις Παπαδόπουλος καλωσορίζουν τη νέα χρονιά με την
ανανεωμένη έκδοση του μυθιστορήματος του Honoré de Balzac «Καίσαρας Μπιροτό».
Η χοροεσπερίδα που οργανώνεται από τον Καίσαρα Μπιροτό με
την ευκαιρία της παρασημοφόρησής του σηματοδοτεί το αποκορύφωμα της
επαγγελματικής ζωής του ήρωα του Balzac, που ενσαρκώνει την εντιμότητα και τα
χρηστά εμπορικά ήθη. Στη λαμπερή και πολυέξοδη κοσμική εκδήλωση θα συναντηθούν
εκπρόσωποι όλων των κοινωνικών τάξεων του Παρισιού. Η υψηλή αριστοκρατία και ο
κόσμος του εμπορίου, τραπεζίτες και δημοσιογράφοι, επιστήμονες και δήμαρχοι.
Όλοι και όλα θα παίξουν τον ρόλο τους στη σύγκρουση που θα ακολουθήσει…
Πρόκειται για ένα θαυμαστά διεισδυτικό και επίκαιρο έργο του
Γάλλου θεμελιωτή του ρεαλισμού, ο οποίος συνεπαίρνει με την τέχνη, την
παρατηρητικότητα και τη σατιρική του διάθεση. Μιλώντας με ειλικρίνεια και
οξυδέρκεια για την κοινωνία της εποχής του, ο Balzac ουσιαστικά σχολιάζει και
σατιρίζει όλες τις εποχές και όλες τις κοινωνίες, πράγμα που καθιστά το
Καίσαρας Μπιροτό ένα διαχρονικό ανάγνωσμα.
Ο συγγραφέας
O Ονορέ ντε Μπαλζάκ γεννήθηκε στην Τουρ το 1799. Σπούδασε
στο κολέγιο της πόλης Βαντόμ και το 1816 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του
Παρισιού, την οποία και εγκατέλειψε τρία χρόνια αργότερα για να αφοσιωθεί στη
λογοτεχνία. Γνώρισε την επιτυχία το 1829 με το μυθιστόρημα Οι Σουάνοι.
Ακολούθησαν η Φυσιολογία του γάμου (1829), Η γυναίκα των τριάντα ετών (1830)
και Το άγνωστο αριστούργημα (1831).
Μοναρχικός, συντηρητικός, καθολικός, ο Μπαλζάκ υπήρξε ένας
διεισδυτικός παρατηρητής και συνάμα ένας αδέκαστος κριτής της κοινωνίας της
εποχής του. Το 1833 συλλαμβάνει την ιδέα για το γιγαντιαίο εγχείρημά του, την
«Ανθρώπινη κωμωδία», ένα σχέδιο «που αγκαλιάζει ταυτόχρονα την ιστορία και την
κριτική της κοινωνίας, την ανάλυση των δεινών της και τη διερεύνηση των αρχών
της», όπως την περιέγραφε ο ίδιος, και η οποία συμπεριέλαβε πολλά από τα
μετέπειτα σημαντικότερα έργα του: Ο συνταγματάρχης Σαμπέρ (1832), Ευγενία
Γκραντέ (1833), Ο Μπαρμπα-Γκοριό (1834), Η εξαδέλφη Μπέτι (1846) και Ο
εξάδελφος Πονς (1847).
Πέθανε το 1850 στο Παρίσι, σε ηλικία μόλις 51 ετών.